Μιαν άλλη Ιουλιέττα

Λευκά και μαύρα πανιά, μια Ιουλιέττα καπετάνιος, το ταξίδι του Ταξιδιώτη της Αυγής, ο δρόμος για την άκρη του κόσμου...

My Photo
Όνομα: Αταλάντη Αντωνίου
Τοποθεσία: Derby, Derbyshire, UK

Και τι είν' το εγώ; Γυάλινο άγαλμα! Λίγα κοχύλια που μάζεψα είμ' εγώ, οι άνθρωποι που αγάπησα, ο καιρός που πέρασε, το κρεβάτι που πλάγιασα... Είμαι το ταξίδι μιας ζωής - κι αλλάζει η ρότα μου απ' τον άνεμο. Είμαι όλοι εσείς που παρελαύνετε στα όνειρά μου...

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 28, 2007

Christ lag in Todesbanden

Πάει πολύς καιρός, χρόνια, που ήθελα να γράψω ποίηση γι αυτήν την καντάτα, από τότε που την πρωτοάκουσα ήθελα να το κάνω. Ήθελα να γράψω τη δική μου εκδοχή, ήθελα να την περάσω μέσα απ' τα φίλτρα μου, μέσα απ' τις εικόνες μου. Είναι μια από τις αγαπημένες μου καντάτες του J. S. Bach, και κάτι παραπάνω.

Πληροφορίες για την καντάτα.
Αγγλική μετράφραση των γερμανικών στίχων της - όχι ιδιαίτερα καλή.

Τελικά έγραψα. Αισθάνθηκα έτοιμη πριν μήνες, αλλά έγραψα αυτό το μήνα. Δεν πίστευα ποτέ πως αυτά τα οκτώ ποιήματα [οκτώ, ένα, ένα μάλλον] θα έβλεπαν το φως υπό αυτές τις συνθήκες, δεν πίστευα πως δεν θα λάμβανα κριτική και γνώμη [και ανάγνωση ακόμα, πιθανόν] από τον άνθρωπο ο οποίος μου 'σύστησε' τη συγκεκριμένη καντάτα, ένα σωρό πράγματα δεν περίμενα. Δεν έχει σημασία όμως, πια. Την αγαπώ αυτήν την καντάτα, και ιδού ο καρπός της αγάπης, συνοδευόμενος από τη μουσική [από την καλύτερη για μένα ηχογράφηση της συγκεκριμένης καντάτας - τις έχω όλες σχεδόν -, την ηχογράφηση του Purcell Quartet με την Emma Kirkby, τον Peter Harvey, τον Michael Chance και τον Charles Daniels]. Διαβάστε το κάθε μέρος του ποιήματος ακούγοντας το μουσικό μέρος στο οποίο αντιστοιχεί [κατεβάστε τα mp3 κάνοντας κλικ στον υπότιτλο του κάθε ποιήματος, π.χ. Sinfonia, Versus I, κτλ.]. Οι γερμανικοί στίχοι του πρωτοτύπου παρατίθενται πριν το κάθε δικό μου μέρος για καλύτερη κατανόηση του παραλληλισμού:

Christ lag in Todesbanden
[BWV 4]

Sinfonia

Ο ουρανός
ακόμα θυμάται
και το μπλε γίνεται γκρίζο,
γκρίζο να λέει σ΄ αγαπώ σ' αγαπώ
με τη μνήμη.

Versus I

[Christ lag in Todesbanden
Für unsre Sünd gegeben,
Er ist wieder erstanden
Und hat uns bracht das Leben;
Des wir sollen fröhlich sein,
Gott loben und ihm dankbar sein
Und singen Halleluja!]

Τα χέρια του ήταν δεμένα
και τα πόδια του
και τα χείλη
και τα μαλλιά δεμένα στα χέρια
και στα δόντια δεμένα να σκίζουν τα ούλα,
δεμένα,
τα μάτια δεμένα μαύρο,
τα μάτια δεμένα τέλος,
το κεφάλι.

Μέσα ησυχία
απ' αυτήν που σωπαίνει κανείς όταν ξέρει πως τίποτε
δεν θ' αλλάξει
με τίποτε.

Μέσα ησυχία
για 'μένα και για 'σένα και για 'κείνον και για 'κείνη,
για τα χαμόγελα
και για το φύσημα μακρυά των μαύρων συννέφων –
για την ελαφράδα όλων εκτός απ' τον ίδιο
τα μάτια δεμένα τέλος.

Και τώρα εσύ κι εγώ πρέπει να χαρούμε
που τ' άντεξε
και θα σωθούμε

αλληλούια

[μα εσύ κι εγώ δεν μπορούμε ακόμη
απ' τα αίματα.]

Versus II

[Den Tod niemand zwingen kunnt
Bei allen Menschenkinden,
Das macht alles unsre Sünd,
Kein Unschuld war zu finden.
Davon kam der Tod so bald
Und nahm über uns Gewalt,
Hielt uns in seinem Reich gefangen.
Halleluja!]

Κανείς δεν κατάπινε φως,
κανείς δεν κατάπινε ήλιο,
κανείς αστέρια,
κανείς,
κανείς δε θυμόταν τις γέννες,
τα μεγάλα μάτια τα ίδια με του πατέρα,
μόνο τα τυφλά μάτια,
τα μάτια δεμένα τέλος,
κανείς –
είχε μπουκώσει η μνήμη απ' το θάνατο.

Το φως καθόταν στο λαιμό σαν αγκάθι,
εγώ κι εσύ σκοτώναμε 'κείνον και 'κείνη
κι αυτοί παίρναν εκδίκηση στα σκέλια της αδερφής μας,
στα δάκτυλα του αδερφού μας και στην πλάτη του πατέρα,
κι από τη μάνα ήθελαν μονάχα τα δάκρυα για να ξεπλένονται.

Νωρίς-νωρίς τα μάτια δεμένα τέλος,
το τέλος δεμένο τυφλά μάτια να κουνιούνται πέρα-δώθε,
νωρίς-νωρίς ο θάνατος νικητής και βασιλιάς νόμιμος και δυνάστης.

Είχε κρατήσει την ανάσα της η Λευκή στην κούνια και μετρούσε ίσα με το χίλια.

[αλληλούια...]

Versus III

[Jesus Christus, Gottes Sohn,
An unser Statt ist kommen
Und hat die Sünde weggetan,
Damit dem Tod genommen
All sein Recht und sein Gewalt,
Da bleibet nichts denn Todsgestalt,
Den Stachl hat er verloren.
Halleluja!]

Ύστερα ήρθε.

Καλημέριζε εμένα κι εσένα και 'κείνον και 'κείνη
κι ήξερε που θα 'χει σύντομα τα μάτια δεμένα τέλος,
μα χαμογελούσε·
και σήκωνε την πέτρα μου και την πέτρα σου,
μα χαμογελούσε,
και σκόρπιζαν τα σκοτάδια.

Είναι που δεν ξέκανε ποτέ κανέναν,
και πάνω απ' όλα δεν ξέκανε τον εαυτό του με τα νύχια του ως κάνουμ' όλοι.

Τον βλέπουμε ακόμα το θάνατο –
είδαμε θαρρώ τόσο πολύ που έμεινε η εικόνα να φαίνεται κάθε που κλείνουμε τα μάτια –
μα βλέπουμε και χρώματα από γύρω,
βλέπουμε και τα μαλλιά να κουβαλάνε το χρυσό...

Τον βλέπουμε ακόμα το θάνατο,
μα έχουμε στην κούνια μας πια κουνουπιέρες
και το κεντρί του δεν περνά να μας πεθάνει –

αλληλούια!

Versus IV

[Es war ein wunderlicher Krieg,
Da Tod und Leben rungen,
Das Leben behielt den Sieg,
Es hat den Tod verschlungen.
Die Schrift hat verkündigt das,
Wie ein Tod den andern fraß,
Ein Spott aus dem Tod ist worden.
Halleluja!]

Πίσω από τα χαμόγελα μαινόταν η παράξενη μάχη,
όπως πίσω από κάθε χαμόγελο –
η μεγαλύτερη μάχη πίσω απ' το φωτεινότερο χαμόγελο.

Πάλευε το τέλος να πιάσει απ' τα πόδια την αρχή,
να μη βγει έξω το κεφάλι, να μην ανασάνει,
μα αυτή κλωτσούσε και πάσχιζε
να πάρει μες στα πνευμόνια το φως που κινεί
και καίει.

Ζήτωσαν τα μεγάλα μάτια τα ίδια με του πατέρα,
ζήτωσαν τα μονάκριβα δάκρυα!

Έμειναν τα όρνια χέρια να τρώνε τό 'να τ' άλλο με βουλιμία
κι εμείς μείναμε να τα κοιτάμε χλευάζοντας –

αλληλούια.

Versus V

[Hier ist das rechte Osterlamm,
Davon Gott hat geboten,
Das ist hoch an des Kreuzes Stamm
in heisser Lieb gebraten,
Das Blut zeichnet unsere Tür,
Das hällt der Glaub dem Tode für,
Der Würger kann uns nicht mehr schaden.
Halleluja!]

Βροντά το φως, βροντά η αγάπη,
κι η θυσία η ζεστή κι αιμάτινη
του ενός
βροντά
και καίει.

Ζεσταίνονται οι πολλοί,
κλείνουν την πόρτα στο τέλος με το κόκκινο
που αντίκρυσε το τέλος με το χαμόγελο,
για το χαμόγελο.

Ω, ήταν πέρα από τον πόνο
η τέλεια ησυχία του,
και δεν τη χωράω...

μα με κρατά με το χαμόγελο,
με το χαμόγελο στην αγκαλιά,
με το χαμόγελο στις ζεστές παλάμες

με κρατά –

αλληλούια.

Versus VI

[So feiern wir das hohe Fest
Mit Herzensfreud und Wonne,
Das uns der Herre scheinen lässt,
Er ist selber die Sonne,
Der durch seiner Gnade Glanz
Erleuchtet unsre Herzen ganz,
Der Sünden Nacht ist verschwunden.
Halleluja!]

Κι έτσι εγώ κι εσύ βλέπουμε 'κείνον και ΄κείνη
για πρώτη φορά.

Έχουν μάτια που βλέπουν ανοιχτά-κλειστά, σαν τα δικά μας,
έχουν και στόματα να καταπίνουν το φως.

Πρώτη φορά, πρώτη φορά στ' αλήθεια,
πρώτη φορά τα χρώματα που φτιάχνουν το λευκό,
πρώτη φορά τον ουρανό –
κι η Λευκή είναι εγώ κι είναι και ΄κείνη,
κι είναι κι ο άνεμος στ' ανάμεσα μας!

Γιορτάζουμε την αρχή,
γιορτάζουμε τον ουρανό που μεγάλωσε πια, τον καταλάβαμε,
και μας χωρά –

αλληλούια.

Versus VII

[Wir essen und leben wohl
In rechten Osterfladen,
Der alte Sauerteig nicht soll
Sein bei dem Wort Gnaden,
Christus will uns die Koste sein
Und speisen die Seel allein,
Der Glaub will keins andern leben.
Halleluja!]

Κι αφού τον καταλάβαμε
και μας κρατά
ας είμαστε
στο φως.

Θα λέμε σ' αγαπώ σ' αγαπώ
στα πιασμένα χέρια, κι ας ιδρώνουν,
και στην αργή ανάσα
που άλλοτε τη γνωρίζαμε μόνο λαχανιασμένη.

Έτσι μονάχα –

αλληλούια.

~

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 23, 2007

V [όχι for Vendetta]

[Έφτασε μέχρι τα μέρη μου η πυραμίδα με τις πεντάδες, μέσω της Νερίνας και του cortlinux. Οι πεντάδες που διάβασα εδώ κι εκεί μ' έκαναν να θέλω να αρχίσω κι εγώ να γράφω στο blog και εκτός ποίησης, να σχολιάζω περισσότερο, να διαβάζω ελληνικά blogs. Αν δεν ήταν η πυραμίδα δεν θα είχα ανακαλύψει πολλά όμορφα ελληνικά blogs.]

Πέντε πράγματα που φοβάμαι:

Ι

Το θάνατο, το θάνατο ως μη-συνείδηση, ανυπαρξία, μαύρο, τίποτα, κενό, τέλος.

[Από τα έξι μου. Σπάνια κοιμάται, αλλά ξέρω πότε. Ξέρετε κι εσείς.]

ΙΙ

Μήπως δεν έχει νοιώσει κανείς ακριβώς τα ίδια συναισθήματα [τα οποία αδυνατώ να ονομάσω/ορίσω] μ' εμένα, τελικά, όταν ακούω συγκεκριμένες μουσικές - και ό,τι αυτό συνεπάγεται [συνεπάγεται πάμπολλα]. Ακόμα πιο πολύ φοβάμαι μήπως ακόμα και η ταύτιση αυτή δεν σημαίνει τα όσα ελπίζω/πιστεύω πως μπορεί να σημαίνει. Καμμιά φορά φοβάμαι μήπως σημαίνει άλλα, καταστροφικά [αυτό το φοβάμαι όταν πιστεύω πως υπήρξε/υπάρχει]. Γενικά αυτός ο φόβος έχει να κάνει με το αν αυτά που ελπίζω/πιστεύω είναι κουραφέξαλα, με το αν ο κόσμος δεν είναι ακριβώς κόσμος. Είμαι από αυτούς που όσοι δηλώνουν ρεαλιστικές και κυνικοί οικτήρουν: δεν αντέχω σκέτες λάσπες, θέλω λάσπες και χρυσόσκονη. Μήπως είμαστε πιο απαίσιοι από ότι εξαίσιοι. Μήπως δεν έχει happily ever after. Μήπως το 'πάντα' είναι πράγμα γελοίο. Όλα αυτά μετά την καταστροφή, έτσι; Δηλαδή μετά το σημείο που οι περισσότεροι αποφασίζουν πως δεν υπάρχει τίποτε απ' αυτά τα χρωματιστά. Ανίατη.

[Όταν κλονίζομαι. Τώρα.]


ΙΙΙ


Μήπως για κάποια πράγματα που θέλω να κάνω είναι ήδη πολύ αργά.

[Εδώ και δύο χρόνια.]


IV


Μηπως τα τελευταία δυο χρόνια μείνουν τα ωραιότερα της ζωής μου, κι όχι απλά τα ωραιότερα ως τώρα. Μήπως δεν ξαναγγίξω τον Παράδεισο τον εδώ [για τον άλλο βλέπε Ι]. Μήν παραμείνει όλος αυτός ο πόνος μέσα στη μουσική παρά το πείσμα, την πίστη και τις προσπάθειές μου να μην. Ε όχι και τη μουσική, όχι και τη Μουσική, κι ας σε λένε Ορφέα! Μήπως είμαι όντως καλύτερη ως εικόνισμα στον τοίχο με κεράκι μπροστά [με το στανιό, έτσι;], παρά ως άνθρωπος! Μήπως, δηλαδή, εκπέμπω κάτι σε "αντέχω, είμαι τεράαααστια, μπορείτε να πυροβολείτε ελεύθερα" και η damsel in distress πλευρά μου είναι αόρατη ή από την άλλη απλώς ασήκωτη, αντιφάσκουσα με την τεραστιότητα, και ακατάληπτη.

[Από τις 6 Ιανουαρίου αυτού του χρόνου.]

V


Μήπως αυτό που είμαι, το οποίο παράγει τα θέλω μου, είναι ο λόγος για τον οποίο δεν μπορώ να τα αποκτήσω/φτάσω. Συνεπώς, μήπως κάποια χαρακτηριστικά μου γνωρίσματα είναι βλάβες, και μάλιστα μη αναστρέψιμες. Μήπως είμαι απελπιστικά εγωίστρια και αχάριστη/ανικανοποίητη τελικά. Μήπως, αν είμαι, δεν μπορώ να ξεγίνω. Ειδικά το δεύτερο, ειδικά από αχάριστη και ανικανοποίητη. Δηλαδή μήπως θέλω πολλά. Α, και μήπως το θέλω και το μπορώ ταυτίζονται μόνο όποτε δεν μας συμφέρει, και δεν ταυτίζονται όλες τις άλλες φορές, τις επιθυμητές.

[Πιο συχνά από το ΙΙ.]

~

Νομίζω πάντως πως όλα αυτά σας τα λέω καλύτερα μέσω της ποίησης. Επίσης, σιγά που ήταν πέντα αυτά. Ή ένα ήταν, ή πολλά παραπάνω από πέντε.
Στην αρχή ήθελα να βάλω πέντε από λατρεμένη μουσική, εξαίσια ποίηση, τέτοια πράματς. Μετά το μετάνοιωσα, στο κάτω-κάτω γράφω στο προφίλ μου τι αγαπώ, κι επίσης δεν κατάφερα να βρω πώς μπορώ να ανεβάσω mp3 στο blog. Εξ άλλου, αν δεν φοβόμουν τα παραπάνω δεν θα αγαπούσα αυτά που αγαπώ, θα ήμουν άλλος άνθρωπος και πάει λέγοντας. Χμμ, τελικά βγήκε μια ατακτοποίητη και ελλειπής πεντάδα. Μάλλον επειδή έχω πονοκέφαλο. Γράψτε μου, αν θέλετε, αποφάσισα να γίνω ενεργή στην ελληνική blogόσφαιρα.

Δεν ξέρω και πολλούς ενεργούς bloggers. Ραψωδία, αν θες, φτιάξε πεντάδα/ες. Uba, επίσης. Rasp, κι εσύ, αν θες. Κι άλλοι δύο: Deodonus και Pooka.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 08, 2007

Τουλάχιστον γράφω.

Μικρή-μεγάλη αλήθεια
[μικρή-μεγάλη εγώ σου]

Όλη η σοφία της Αλεξάνδρειας δε φτάνει
να σβήσει,
να σβήσει τ' ανθρώπινα.

Κι ας τα μετρήσουμε όλα τ' αστέρια, βάλε-βγάλε,
κι ύστερα πιο κοντά, και πιο κοντά,
εδώ θά 'ναι τ' ανθρώπινα.

"Κράτα μ' απ' το χέρι",
αυτό θα μας φωνάζουν
τ' ανθρώπινα.

Αυτό,
και θ' αρθρώνουν αιωνιότητες
που δεν μπορούν ν' αγγίξουν.

~

[7-2-2007, Toulon, France]

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 07, 2007

Too fast, too bad; even for me / the ashes fly.

Accelerando

Οι τοίχοι σφυρίζουν σα δελφίνια
που κάτι προσπαθούν να πούν,
κάτι, κάτι,

κάτι που δεν τ' αποκωδικοποιούν
τ' ανθρώπινα αυτιά μου.

Αντ' αυτού
απόκωδικοποιώ εσένα

μα οι γραμμένες λέξεις της βρυχώνται
σαν τουρμπίνες αεροπλάνου –
είναι πορτοκαλένια τα φτερά του,
και ξέρω για πού θα το βάλει...

Οι τοίχοι είν' αυτοί με τις καμπύλες·
τους ακούω για να σωπαίνω,
πιο γρήγορα, κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο, κιάλλο, κιάλλο,κιάλλοκιάλλο–

πότε σπάει το φράγμα του ήχου,
της φωνής,
τ' ουρλιαχτού,
του βόγκου,
των ψιθυρισμένων ονείρων;

Οι τουρμπίνες κρέμονται στο λαιμό μου,
στη θέση της καρδιάς...

Ήμουν κάποτε frequent flyer –
τώρα πια απλώς μετακινούμαι συχνά.

Όσο δυνατά και να σωπάσω, δε μ' ακούς.

~

[7-2-2007, Toulon, France.]

Music never dies and Mozart loves me.

Έτσι κι ο Mozart θα μείνει

Κατέβαιναν και μ' άγγιζαν μεσ' απ' τα χέρια σου,
κατέβαιναν και με φιλούσαν με τα χείλη σου,
κατέβαιναν με τα χαμόγελα
και με τα πρωινά μισάνοιχτα παντζούρια
με τις ηλιαχτίδες,
κατέβαιναν με τον αχνό απ' το τσάι,
κι ας ήταν ζέστη καλοκαίρι –

πρώτα οι ακλόνητοι κι οι δακρυσμένοι,
έπειτα οι αλλοπαρμένοι κι οι φουριόζοι του πάθους,
και τελευταίος ο μικρός-μικρός
με τη μεγάλη αλήθεια του
αγκαλιασμένη σε πολύχρωμα χαρτιά από καραμέλες.

Ερχομό με τον ερχομό,
πρωί με το πρωί
μ' αγάπησαν,
μ' αγάπησαν οι αθάνατοι του Μουσαγέτη
μ' ανέλπιστη αφοσίωση,
μ' ανέλπιστη γλύκα,
πι' όμορφη απ' την απαίδευτη δική σου.

'Συ δε μ' αγγίζεις πια,
δε με φιλάς,
μ' αυτοί ξανάρχονται,
όλο έρχονται –

ένας να με φωτίσει με τη στέρεα πίστη του,
άλλος να κλάψει όπως μον' άνθρωπος μπορεί γι άνθρωπο,
κι ο πιο αλαφρός, μικρός-μικρός,
να μου χαρίσει ανθάκια αυθάδικα
με χρώματα δήθεν αταίριαστα
τις μεγάλες αλήθειες...

Κι όλο θα έρχονται –
οργώνουν πολλά ζεύγη φτερά τους αιθέρες,
βρίσκει ο Ήλιος πολλούς αγγέλους να φέρουν τα μαντάτα του.

~

[6-2-2007, Toulon, France.]

Τρίτη, Φεβρουαρίου 06, 2007

Μήπως τελικά είναι απλώς μαύρη κωμωδία;

Improbable fiction

This is crap, John.
This stinks.

This is a stupid joke,
a script that noone would give a shit about - let alone publish,
this is cheap fiction at its sappy worse.

This is us, John.
This sucks.

This is the bottom,
the bloody pink bubblegum stuck on a whore's heel bottom,
the piss of a drunk loser in the oh-what-have-I-done morning after bottom,
this is when humanity goes bad.

This is who moves and shakes,
who music-makes and dreams,
who dazzles and teaches others how to fly,
this is us,
us,
the oh-so-special
specialspecialspecial ones;

we hit the bottom, John –
who will be at peace when the light goes out?

~

[4-2-2007, Toulon, France.]

Κυριακή, Φεβρουαρίου 04, 2007

Τα τρία τελευταία.

Οι σιωπηλοί άλλοι μου

Πάει αργά,
είναι αργά
για μένα –

πάντα είναι αργά
για κάτι

και νωρίς ακόμα
για κάτι άλλο.

[Πρέπει πάντα να θέλουμε ‘κείνο τ’ άλλο, λέει ο σοφός...]

~

Δε νοιώθω μόνη σ’ αυτό το δωμάτιο.
Δε νοιώθω μόνη σ’ αυτά τα δάκρυα.

Μόνο τρομάζω
που συνομιλώ καρδιακά μ’ ανθρώπους σιωπηλούς που τώρα κοιμούνται
για μένα,
για τη νύχτα,
για όλες τις νύχτες που θά ‘ρθουν, και θά ΄ρθουν,
αγκαλιασμένοι,
ασώματοι,
μόνοι...

κοιμούνται,
δεν είν’ εδώ –

κι όμως,
δε νοιώθω μόνη σ’ αυτά τα δάκρυα.



Σας κουβαλώ μέσα μου.

~

[3-2-2007, UK.]

-----

Πρόσκληση
[ένα Φλεβάρη, έπειτ’ από χαμό]

Κρυμμένη πριγκηπέσσα,
θέλω να σου χαρίσω πιότερο,
πιότερο από μπουκαλάκια αλμυρό, ναυαγισμένο έρωτα –

πιότερο από τις γουλίτσες που σε μεγαλώνουν,
πιότερο απ’ το μωλωπιασμένο της αλήθειας μου.

Θέλω να σου χαρίσω από τις άλλες τις γουλιές,
αυτές που σε μικραίνουν
και σ’ ασημοχρυσοστολίζουν,
αυτές που σε περνούν μεσ’ από κλειδαρότρυπες
και σε στηρίζουν αλαφρά να περπατάς σ’ αντανακλάσεις
και σε φεγγαρόδρομους.

Κρυμμένη πριγκηπέσσα,
έλα στ’ ακόμα πιο κρυφά ‘μείς να φανερωθούμε –

έλα με μάσκα από το χρώμα μας της ψύχρας και της θέρμης,
έλα με φόρεμα ασημένιο
κι εγώ θα φορώ χρυσό,
έλα να γίνουμε ό,τι δε φανέρωσαν οι άλλοι μας,
έλα να καταπιούμε το σκοτάδι
και να το στραφταλίσουμε στα χείλη μ’ ωραίο πείσμα.

Είναι καρναβάλι καιρός στη Βενετιά, και περιμένει.

~

[3-2-2007 – Flying from London to Marseille.]

(I wish I could.

But, all in all, we can still have Venice and the colour purple...


Στην Ερμίνα.)

-----

Η αλήθεια είν' οι στάχτες

Λευκή
με τα τσιμεντένια, τετράγωνα θεμέλια
και τα μαλλιά των κρίνων,
οι στάχτες που γεμίζεις το στόμα μου
έχουν καλύψει τη μουσική που ποτέ δεν είδες
και τον ήλιο.

Λευκή,
τι λέει,
θα ξημερώσει
ή θα χτιστεί ένας θόλος,
τετράγωνος,
πάνω απ' τον κόσμο;

Λευκή,
έλεγα να σου γράψω κρυσταλλάκια
στα σχήματα των αστεριών,
έλεγα να σου ζωγραφίσω
κύμματα
και πτυχές φορεμάτων
μα

δεν υπάρχεις.

~

[4-2-2007, Toulon, France.]

(All I want to say sounds like witty lines from American movies.
That's that.
Ashes.

May the truth shine.

To the white one, whom I loved.)

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 02, 2007

Η τρίτη πράξη έλαβε τέλος.

Ανάμεσα στους κόσμους

Δεν έχουμε ’06 –
ξύπνα.

Ή μάλλον
όχι, όχι,
καλά είσ’ εκεί που είσαι

στην περιφερειακή όραση
και
στην κουρτίνα της κοκκινιάς
και των ήχων που ταξιδεύουν·
εκεί που έχει μόνο χρώματα και,
και χρώματα.

Δεν έχει τίποτε συγκεκριμένο εδώ,
δεν έχει σεντόνια,
δεν έχει φτερά,
και
κυρίως δεν έχει πάντα
και ποτέ

και

τι-ποτε.

~

[31-1-2006, όχι, λάθος... '07 - UK.]