Εκείνα τα σκοτάδια που γεννούν το φως
Γράφω…
Όλο γράφω.
Σκαλίζω παλιά μηνύματα,
φυσάω τη σκόνη από παλιά τετράδια,
συλλογίζομαι τους αναστεναγμούς
- τους δικούς μου ή των γύρω μου -
και γράφω.
Κι εσύ δε γράφεις πια.
Όλο έρχεται το τέλος κι όλο δε γράφεις.
Δε ρίχνεις δεύτερη ματιά σε παλιές σου λέξεις,
δεν ξέρεις τάχα πώς.
Δε δίνεις άφεση, συγχώρεση για μια φορά και στον εαυτό σου,
αυτόν που ταλανίζεις πιότερο από κάθε άλλον.
-
Ξέρεις τι βλέπω εγώ;
Μαλλιά κυμματιστά και μια σειρήνα σαν κι εμένα.
[Κι έλεγαν οι σειρήνες από σειρήνες δε φοβούνται…]
Βλέπω χείλη πικρά, σα δαγκωμένα, βλέπω να καμπυλώνουν από πείσμα
που ‘χασαν κείνο το αιμάτινο το ουράνιο τόξο της θυσίας.
Βλέπω δάκρυα από θάλασσα, πλέκουν το εγκώμιο του άγιου πόνου,
παρακαλούν της ιερής απώλειας το χέρι να σαλέψει,
να τα χαϊδέψει, να χτυπήσει ακόμα δυνατότερα,
βαθειά, χωρίς ανάσα, ανηλεώς να τα βουλιάξει
μήπως και βρουν το δρόμο για κείνα τα σκοτάδια που γεννούν το φως.
Όλο γράφω.
Σκαλίζω παλιά μηνύματα,
φυσάω τη σκόνη από παλιά τετράδια,
συλλογίζομαι τους αναστεναγμούς
- τους δικούς μου ή των γύρω μου -
και γράφω.
Κι εσύ δε γράφεις πια.
Όλο έρχεται το τέλος κι όλο δε γράφεις.
Δε ρίχνεις δεύτερη ματιά σε παλιές σου λέξεις,
δεν ξέρεις τάχα πώς.
Δε δίνεις άφεση, συγχώρεση για μια φορά και στον εαυτό σου,
αυτόν που ταλανίζεις πιότερο από κάθε άλλον.
-
Ξέρεις τι βλέπω εγώ;
Μαλλιά κυμματιστά και μια σειρήνα σαν κι εμένα.
[Κι έλεγαν οι σειρήνες από σειρήνες δε φοβούνται…]
Βλέπω χείλη πικρά, σα δαγκωμένα, βλέπω να καμπυλώνουν από πείσμα
που ‘χασαν κείνο το αιμάτινο το ουράνιο τόξο της θυσίας.
Βλέπω δάκρυα από θάλασσα, πλέκουν το εγκώμιο του άγιου πόνου,
παρακαλούν της ιερής απώλειας το χέρι να σαλέψει,
να τα χαϊδέψει, να χτυπήσει ακόμα δυνατότερα,
βαθειά, χωρίς ανάσα, ανηλεώς να τα βουλιάξει
μήπως και βρουν το δρόμο για κείνα τα σκοτάδια που γεννούν το φως.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου
<< Home